Στέβια

Η Στέβια (βοτανικό όνομα Stevia rebaudiana) είναι είδος φυτού με προέλευση τη Βραζιλία και την Παραγουάη. Περιέχει μια ουσία η οποία ονομάζεται στεβιόζη ή στεβιόλη έχει πολλές φορές μεγαλύτερη γλυκαντική δύναμη από την ζάχαρη. Χρησιμοποιείται σε αρκετές χώρες ως εναλλακτική γλυκαντική ουσία από την ζάχαρη.

Η γλυκιά γεύση των φύλλων της είναι γνωστή εδώ και αιώνες στους αυτόχθονες της Ν. Αμερικής που τη χρησιμοποιούν ως φυσικό γλυκαντικό. Τα τελευταία χρόνια το φυτό στέβια και τα γλυκαντικά που προέρχονται από τα φύλλα του τράβηξαν την προσοχή εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης σε τρόφιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη και θερμίδες. Τα φύλλα του φυτού και τα γλυκαντικά που προέρχονται από αυτό έχουν πολλαπλάσια γλυκύτητα από τη ζάχαρη, δεν αποδίδουν ενέργεια (θερμίδες) και δεν περιέχουν υδατάνθρακες.

Προέλευση και επιστημονική ανακάλυψη

Προέλευση

Η στέβια (Stevia rebaudiana) είναι μέλος της οικογένειας Asteraceae και συγγενεύει με διάφορα βότανα και άνθη, όπως το χαμομήλι, το εστραγκόν, το αντίδι, το μαρούλι, η μαργαρίτα, ο ηλίανθος και τα χρυσάνθεμα. Το γένος στέβια αποτελείται από 240 είδη φυτών που ενδημούν στη Βόρεια και Κεντρική Αμερική και το Μεξικό μέχρι την Αριζόνα, το Νέο Μεξικό και το Τέξας. Οι γλυκιές ιδιότητες των φύλλων της ήταν γνωστές για αιώνες στους αυτόχθονες της Ν. Αμερικής, όπως στη φυλή Γκουαράνι της Παραγουάης, που φαίνεται να χρησιμοποίησε πρώτη τα φύλλα του φυτού για να γλυκάνει ροφήματα βοτάνων. Από το 1800 η κατανάλωση της στέβιας εδραιώθηκε σε όλη τη Νότια Αμερική, όπως τη Βραζιλία και την Αργεντινή. Τα φύλλα του φυτού στέβια είναι 30 με 45 φορές πιο γλυκά από τη ζάχαρη και τρώγονται ωμά ή χρησιμοποιούνται ολόκληρα σε ροφήματα βοτάνων και τρόφιμα.

Επιστημονική ανακάλυψη

Το όνομα στέβια προέρχεται από τον Ισπανό βοτανολόγο και γιατρό Petrus Jacobus Stevus που την ανακάλυψε.

Το 1899 ο Σουηδός βοτανολόγος Moises Santiago Bertoni που εργαζόταν στην ανατολική Παραγουάη περιέγραψε λεπτομερώς το φυτό και τις γλυκαντικές του ιδιότητες. Εξαιτίας της γλυκιάς του γεύσης η στέβια έχει πολλά ονόματα όπως μελόφυλλο (honey leaf), γλυκό φύλλο της Παραγουάης, γλυκό φύλλο, γλυκό βότανο κλπ.

Το 1931 οι Γάλλοι χημικοί M. Bridel και R. Lavielle απομόνωσαν τα συστατικά στα οποία οφείλεται η γλυκιά γεύση των φύλλων της στέβια και που ονομάστηκαν στεβιοσίδη και ρεμπαουδιοσίδη-Α. Τα τελευταία είναι 200 με 300 φορές γλυκύτερα από τη ζάχαρη, σταθερά στη θέρμανση και σε διαφορετικά pH και δεν αποικοδομούνται.

Ιστορικά στοιχεία

Στην Ιαπωνία στεβιόλη που παράγεται από στέβια χρησιμοποιείται γενικά ως γλυκαντική ουσία στη βιομηχανία τροφίμων και αναψυκτικών, ενώ έχει διαδοθεί και σε άλλες χώρες. Σε μικρό αριθμό χωρών, η στέβια δεν έχει πάρει άδεια χρήσης.

Οικονομική σημασία

Η αξία του φυτού αυτού είναι σημαντική καθώς μπορεί να γίνει και βιομηχανική εκμετάλλευση του αλλά και οικιακή παραγωγή (π.χ. σε γλάστρες για τις καθημερινές ανάγκες του σπιτιού). Η στέβια μπορεί να χρησιμοποιηθεί φρέσκια αλλά και αποξηραμένη, στο φαγητό, σε σαλάτες, σε γλυκά, σε ποτά. Η ποσότητα που απαιτείται είναι ελάχιστη χάρις την μεγάλη γλυκαντική της δύναμη οπότε ουσιαστικά δεν προσθέτει θερμίδες στο σκεύασμα ή στο αφέψημα στο οποίο προστίθεται.

Στοιχεία καλλιέργειας

Η στέβια στην άγρια της κατάσταση στο ιθαγενές της περιβάλλον είναι ένα πολυετές φυτό που φυτρώνει σε αμμώδη, μικρής γονιμότητας εδάφη στις άκρες ποταμών και ρεμάτων. Αυτό δείχνει ότι δεν είναι ένα ιδιαίτερα απαιτητικό φυτό όσον αφορά τις συνθήκες ανάπτυξης του. Χωρίς κλάδεμα γίνεται περίπου 60 εκ. ψηλό. Οι ανάγκες του σε έδαφος είναι αρκετά περιορισμένες οπότε οποιοδήποτε μείγμα για γλάστρες με ουδέτερο ή ελαφρά όξινο είναι κατάλληλο. Η στέβια είναι τρυφερό φυτό που δεν αντέχει το χειμερινό ψύχος. Σε βόρειες χώρες καλλιεργείται ως μονοετές αλλά σε χώρες όπως η Ελλάδα μπορεί να καλλιεργηθεί ως τρυφερό πολυετές και με μια μικρή προστασία κατά τις ημέρες του χειμώνα με τις χαμηλότερες θερμοκρασίες μπορεί να επιβιώσει για όλο το έτος.

Η βιολογία, ο χαρακτήρας αλλά και η χώρα από την οποία προέρχεται η στέβια την κάνουν ένα ιδανικό φυτό για καλλιέργεια καθώς οι χώρες από τις οποίες προέρχεται έχουν κλίμα όπως το Ελληνικό, ενώ οι εδαφικές της ανάγκες εύκολα μπορούν να καλυφθούν από μια πληθώρα κρητικών εδαφών. Αυτή την στιγμή μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες όσον αφορά την καλλιέργεια της στέβιας είναι η εξεύρεση σπόρων.

Για την εμπορική της εκμετάλλευση η καλλιέργεια του φυτού στέβια ξεκινάει σε θερμοκήπια όπου φυτεύεται μόσχευμα της ρίζας του φυτού. Την άνοιξη, μόλις τα νέα φυτά φθάσουν σε ύψος 7 με 10 εκατοστά, μεταφυτεύονται σε χωράφια. Μόλις ανθίσουν, τα φύλλα τους συλλέγονται με το χέρι, αποξηραίνονται και συσκευάζονται σε δεμάτια.

Η παραλαβή των γλυκών συστατικών

Τα φύλλα της στέβια ξηραίνονται και στη συνέχεια εμβαπτίζονται σε νερό (με μια διαδικασία που θυμίζει τη διαβροχή του τσαγιού) ώστε να απελευθερωθούν τα γλυκά συστατικά (γλυκοζίτες στεβιόλης), τα οποία απομονώνονται με τεχνικές (όπως η κρυσταλλοποίηση) και καθαρίζονται, μέχρι να προκύψει το επιθυμητό προϊόν. Μία περιγραφή του τρόπου εξαγωγής των γλυκών συστατικών από το φυτό στέβια αναφέρεται από το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας του Καναδά (National Research Council of Canada).

Διατροφή

Παραδοσιακή Ιατρική

Για αιώνες, η φυλή Γκουαρανί της Παραγουάης χρησιμοποιούσε τη στέβια, την οποία καλούσε ka’a he’e («γλυκό βότανο») ως γλυκαντικό σε ροφήματα (verba mate) και φαρμακευτικά τσάγια ή για να θεραπεύσουν, όπως πίστευαν, την καούρα και άλλες ασθένειες.

Γλυκαντική ύλη με λίγες θερμίδες

Τα γλυκαντικά που προέρχονται από στέβια αποδίδουν μηδενικές θερμίδες και μπορούν να αποτελέσουν επιλογή για τους ανθρώπους που θέλουν να μειώσουν ή να διατηρήσουν το βάρος τους. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα γλυκαντικά με λίγες ή μηδενικές θερμίδες μπορούν να συμβάλλουν στον έλεγχο του βάρους, αφού μειώνουν το θερμιδικό περιεχόμενο της δίαιτας και διατηρούν την ευχαρίστηση στο διαιτολόγιο βοηθώντας τους ανθρώπους να μείνουν πιστοί στη δίαιτά τους για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Κατάλληλη για ανθρώπους με διαβήτη

Τα γλυκαντικά από στέβια δεν περιέχουν υδατάνθρακες και δεν επηρεάζουν τη γλυκόζη στο αίμα, επομένως μπορούν να καταναλωθούν από ανθρώπους με διαβήτη. Επίσης δεν αποδίδουν ενέργεια (θερμίδες) και μπορούν να συμβάλλουν στη μείωση ή τη διατήρηση φυσιολογικού βάρους, μια πολύ σημαντική παράμετρο για τον έλεγχο του [[διαβήτη και των επιπλοκών του.

Έρευνα

Πρόσφατες έρευνες έχουν αξιολογήσει την επίδραση της στέβια στην παχυσαρκία, στο διαβήτη και την υπέρταση. H ημερήσια πρόσληψη rebaudioside-A δεν έχει καμία επίδραση σε ανθρώπους με φυσιολογική και χαμηλή συστολική πίεση ή ασθενείς με ήπια έως μέτρια υπέρταση. Κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η καθημερινή κατανάλωση του γλυκαντικού στέβια (σε δόσεις που ισούνται ή υπερβαίνουν την Αποδεκτή Ημερήσια Πρόσληψη) δεν επηρεάζει τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα και είναι καλά ανεκτό από άτομα με διαβήτη τύπου 2.

Σε πολυκεντρική διπλή-τυφλή κλινική μελέτη ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο (placebo) αξιολογήθηκε η ημερήσια κατανάλωση 1.000 mg ρεμπιάνας (εκχύλισμα στέβιας) για ένα διάστημα 16 εβδομάδων. Στη μελέτη συμμετείχαν 122 άντρες και γυναίκες με διαβήτη τύπου 2. Μετά από 16 εβδομάδες ημερήσιας κατανάλωσης εκχυλίσματος στέβιας ή εικονικού φαρμάκου (κυτταρίνη), δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη. Το εκχύλισμα στέβιας δεν είχε καμία επίδραση στη γλυκόζη νηστείας, στην ινσουλίνη, στα λιπίδια αίματος και το πεπτίδιο C.

Ασφάλεια

Τα φύλλα της στέβια χρησιμοποιούνται εδώ και αιώνες από αυτόχθονες της Ν. Αμερικής. Η Ιαπωνία ήταν από τις πρώτες χώρες που από τις αρχές του 1970 αξιολόγησε την ασφάλεια της στέβια και των γλυκαντικών της και που ενέκρινε τη χρήση τους σε τρόφιμα και ροφήματα, όπως σε αναψυκτικά. Από τότε ένας σημαντικός αριθμός μελετών διερεύνησε την ασφάλεια των γλυκοζιτών στεβιόλης και οι αρμόδιοι φορείς υγείας ανά τον κόσμο έχουν εγκρίνει τη χρήση τους:

  • Το 2008, ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (U.S. Food and Drug AdministrationFDA) αναγνώρισε τη στέβια ως Generally Recognized As SafeGRAS.
  • Το 2008, η Κοινή Επιστημονική Επιτροπή του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τα Πρόσθετα των Τροφίμων (JECFA, διεθνής επιστημονική επιτροπή) έκρινε ότι τα εκχυλίσματα της στέβια είναι ασφαλή για κατανάλωση από όλες τις ομάδες του πληθυσμού.
  • Το 2010, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA, European Food Safety Authority) αξιολόγησε με τη σειρά της το σύνολο των δεδομένων από επιστημονικές μελέτες που διερεύνησαν την ασφάλεια των γλυκοζιτών στεβιόλης και σε συμφωνία με την JEFCA τους θεώρησε ασφαλή για κατανάλωση.
  • Το 2011, η [Ευρωπαϊκή Επιτροπή] ενέκρινε τη χρήση των γλυκοζιτών στεβιόλης ως γλυκαντικό σε τρόφιμα και ροφήματα.

Ορολογία

Η στέβια (Stevia rebaudiana) είναι το θαμνώδες φυτό, μέλος της οικογένειας asteraceae, το οποίο ενδημεί κυρίως σε χώρες της Ν. Αμερικής και που καλλιεργείται, πλέον σε αρκετές χώρες παγκοσμίως για την εμπορική του εκμετάλλευση. Τα φύλλα του είναι γνωστά για τις γλυκαντικές τους ιδιότητες και είναι 30 με 45 φορές γλυκύτερα από τη ζάχαρη.

Η στέβια που σε πολλές χώρες πωλείται ως συμπλήρωμα ή στα εμπορικά καταστήματα είναι συνήθως ένα ακατέργαστο παρασκεύασμα (σε μορφή σκόνης ή υγρού) που παράγεται από τα φύλλα του φυτού στέβια. Μπορεί να περιέχει μείγμα πολλών ουσιών από τις οποίες λίγες μόνο διαθέτουν γλυκαντικές ιδιότητες.

Οι γλυκοζίτες στεβιόλης είναι τα γλυκά συστατικά των φύλλων του φυτού στέβια. Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί γλυκοζίτες στεβιόλης με διαφορετικές γλυκαντικές ιδιότητες. Οι γλυκύτεροι και πιο άφθονοι στα φύλλα του φυτού είναι η στεβιοσίδη (stevioside) και η ρεμπαουδιοσίδη-Α (rebaudioside-A) και είναι 200 με 300 φορές γλυκύτεροι από τη ζάχαρη.

Γλυκαντικά από στέβια ως πρόσθετα τροφίμων

Οι αρμόδιοι φορείς, όπως η Κοινή Επιστημονική Επιτροπή για τα Πρόσθετα των Τροφίμων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Οργανισμού Γεωργίας (Joint Expert Committee on Food Additives, JECFA WHO/FAO) και η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (European Food Safety Authority, EFSA) διερεύνησαν την ασφάλεια των γλυκοζιτών στεβιόλης stevioside και rebaudioside-A και κατέληξαν ότι είναι ασφαλή για κατανάλωση από όλες τις ομάδες του πληθυσμού. Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε τους γλυκοζίτες στεβιόλης για χρήση ως γλυκαντικού σε τρόφιμα και ροφήματα.

Η Ρεμπιάνα (Rebiana) είναι ένα εκχύλισμα υψηλής καθαρότητας από τα φύλλα του φυτού στέβια, με κύριο συστατικό τη ρεμπαουδιοσίδη-Α. Η Ρεμπιάνα είναι το πρώτο εγκεκριμένο γλυκαντικό φυτικής προέλευσης με μηδενική θερμιδική αξία που έχει διατεθεί στο εμπόριο και είναι 200 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη.

Wikipedia.org

Στέβια! Αντί για ζάχαρη;

Γιατί γίνεται τόσος ντόρος για τη συγκεκριμένη γλυκαντική ουσία; Αληθεύει ότι υποκαθιστά τέλεια τη ζάχαρη, χωρίς να μας δίνει ούτε μια θερμίδα; Τι λένε οι σχετικές έρευνες και τι επισημαίνουν οι αρμόδιοι φορείς για την ασφάλειά της;

H στέβια είναι ένας μικροσκοπικός θάμνος, γνωστός με την ονομασία «Stevia Rebaudiana Bertoni». Έλκει την καταγωγή του από τη Λατινική Αμερική και καλλιεργείται σε πολλές περιοχές του κόσμου, κυρίως στην Κίνα. Πειραματικές καλλιέργειες στέβιας υπάρχουν και στη χώρα μας, σε αγροκτήματα της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας.

Γιατί τόσος ντόρος;
Τα φύλλα της στέβιας περιέχουν διάφορες φυσικές γλυκαντικές ουσίες, όπως η στεβιοσίδη και η ρεμπαουδιοσίδη, που την καθιστούν 60-80 φορές γλυκύτερη από την κοινή ζάχαρη, ενώ το τελικό προϊόν της, που εξάγεται με τη μέθοδο της εκχύλισης, είναι έως και 300 φορές γλυκύτερο. Με απλά λόγια αυτό σημαίνει ότι 1 κουταλάκι του τσαγιού τυποποιημένο εκχύλισμα στέβιας έχει την ίδια γλυκαντική ικανότητα με περίπου 1 φλιτζάνι ζάχαρη! Ενώ όμως η ζάχαρη περιέχει υδατάνθρακες και αποδίδει 4 θερμίδες ανά γραμμάριο, η στέβια δεν περιέχει κανενός είδους θερμιδογόνο συστατικό, επομένως δεν αποδίδει καθόλου θερμίδες, σε οποιαδήποτε ποσότητα κατανάλωσης. Συνεπώς, αποτελεί μια εναλλακτική πρόταση για τα άτομα που τρώνε πολλή ζάχαρη, προσέχουν τη σιλουέτα τους ή πρέπει να ελέγχουν την πρόσληψη σακχάρων και θερμίδων, π.χ. διαβητικοί και παχύσαρκοι.

Ποια είναι η χρήση της;
Σήμερα τα εκχυλίσματά της χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατο της κοινής, κρυσταλλικής ζάχαρης και αντί άλλων φυσικών ή συνθετικών γλυκαντικών υλών σε ροφήματα, αναψυκτικά διαίτης, ηδύποτα, γλυκίσματα, διαιτητικά τρόφιμα, τρόφιμα για διαβητικούς και ειδικά προϊόντα διατροφής.

Αντέχει στις υψηλές θερμοκρασίες;
Σε αντίθεση με αρκετές άλλες γλυκαντικές ύλες, η στέβια είναι σταθερή, δεν αλλοιώνεται και δεν χάνει τη γλυκύτητά της, ακόμα κι όταν μαγειρεύεται σε θερμοκρασίες έως και 200οC. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να υποκαταστήσει τη ζάχαρη σε ένα πιο ευρύ φάσμα τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων καυτών ροφημάτων και γλυκών που απαιτούν βράσιμο (π.χ. μαρμελάδες) ή ψήσιμο.

Εχει ευεργετικές επιδράσεις στην υγεία;
Τα φύλλα της στέβιας περιέχουν, επίσης, πολλά μεταλλικά στοιχεία και ιχνοστοιχεία (χρώμιο, μαγνήσιο, μαγγάνιο, κάλιο, σελήνιο, ψευδάργυρο), βιταμίνες Β (κυρίως νιασίνη) και φυτοθρεπτικά όπως η χλωροφύλλη και οι φυτικές στερόλες. Ο συνδυασμός και η αλληλεπίδραση των συστατικών αυτών ενδέχεται να της προσδίδουν επιπλέον ωφέλιμες ιδιότητες για την υγεία μας, που μέλλει όμως να αποδειχτούν ερευνητικά. Ως εκ τούτου, αναφορές ότι η στέβια έχει αντιυπερτασική, αντιβακτηριδιακή, αντιοξειδωτική, καρδιοτονωτική, αντιγηραντική, αδυνατιστική, χωνευτική και επουλωτική για το δέρμα δράση θα πρέπει να θεωρούνται, τουλάχιστον μέχρι αξιόπιστης επαλήθευσης, αναπόδεικτοι ισχυρισμοί. Τα μέχρι τώρα απολύτως σίγουρα είναι ότι, αντίθετα με τη ζάχαρη, δεν ευνοεί ούτε τη δημιουργία τερηδόνας ούτε την ανάπτυξη του μύκητα Candida Albicans.

Βοηθάει στο αδυνάτισμα;
Η στέβια είναι η μόνη φυσική γλυκαντική ουσία με μηδέν θερμίδες, μηδέν υδατάνθρακες, μηδέν γλυκαιμικό δείκτη (G.I.) και μηδέν γλυκαιμικό φορτίο (G.L.). Επομένως, όταν χρησιμοποιείται αντί της κοινής ζάχαρης ή άλλων επίσης θερμιδογόνων γλυκαντικών υλών (π.χ. φρουκτόζη, μέλι, σιρόπι αγαύης κ.ά.), περιορίζει την ενεργειακή πρόσληψη και έτσι συμβάλλει θετικά στην προσπάθεια ελέγχου των περιττών κιλών. Πρέπει, όμως, να γίνει απολύτως κατανοητό ότι η στέβια αποτελεί απλώς και μόνο βοήθημα περιορισμού των θερμίδων από πηγές σακχάρων και όχι κάποια ουσία που αδυνατίζει χωρίς να προσέχουμε γενικότερα τη διατροφή μας.

Είναι κατάλληλη για τους διαβητικούς;
Διάφορες προκαταρκτικές μελέτες έχουν δείξει ότι η στέβια μπορεί να χρησιμοποιηθεί κάλλιστα από τους διαβητικούς αντί της ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών υλών, γιατί μεταβολίζεται στον οργανισμό, χωρίς να επηρεάζει ιδιαίτερα το σάκχαρο του αίματος και χωρίς να απαιτεί την παραγωγή ινσουλίνης. Εντούτοις, επειδή είναι άγνωστο το εάν βελτιώνει μακροπρόθεσμα το γλυκαιμικό έλεγχο, τα διαβητικά άτομα θα πρέπει να συμβουλεύονται οπωσδήποτε το γιατρό τους πριν αποφασίσουν να την εντάξουν συστηματικά στο καθημερινό τους διαιτολόγιο.

Είναι εγκεκριμένη για χρήση στα τρόφιμα;
Για πολλούς και διάφορους λόγους, ενώ η στέβια καλλιεργείται και διατίθεται νόμιμα σε πολλές χώρες, σε κάποιες άλλες απαγορευόταν μέχρι τώρα, ενώ σε άλλες υπάρχουν ακόμα περιορισμοί στη χρήση της. Για παράδειγμα, σε Κίνα, Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Ινδία και Βραζιλία οι βιομηχανίες τροφίμων τη χρησιμοποιούν εκτεταμένα από το 1970. Στις ΗΠΑ είχε απαγορευτεί η εισαγωγή της μέχρι το 1994, μετά επιτράπηκε να διατίθεται αποκλειστικά ως συμπλήρωμα διατροφής και τελικά εγκρίθηκε για χρήση ως τρόφιμο και ως υποκατάστατο της ζάχαρης μόλις στα τέλη του 2008. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η αρμόδια Επιτροπή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA) γνωμοδότησε θετικά για τη στέβια το Μάρτιο του 2010 και κατόπιν αυτού αναμένεται η τελική έγκρισή της μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2011. Ωστόσο, ήδη από το 2005 έχει επιτραπεί η κυκλοφορία της ως διατροφικού συμπληρώματος και η χρήση της ως πράσινης χρωστικής και αρωματικής ύλης σε τρόφιμα και καλλυντικά, ενώ στη Γαλλία έχει εγκριθεί ως υποκατάστατο της ζάχαρης από το 2009 και για δύο χρόνια δοκιμαστικά.

Τι ισχύει για την Ελλάδα;
Για να θεωρηθεί ένα καινοφανές προϊόν ως τρόφιμο και να διατεθεί ελεύθερα στην ελληνική αγορά, θα πρέπει να πληροί όλες τις απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας. Με δεδομένο ότι μέχρι τώρα δεν υπάρχει τελεσίδικη απόφαση της EFSA, η στέβια επιτρέπεται να διατίθεται στο εμπόριο αποκλειστικά ως προϊόν ειδικής διατροφής. Παρ’ όλα αυτά, εν αναμονή της απαιτούμενης κοινοτικής έγκρισης, οι Έλληνες αγρότες ενθαρρύνονται από τους κρατικούς φορείς να χρησιμοποιήσουν τη στέβια ως εναλλακτική καλλιέργεια στη θέση του καπνού και των τεύτλων, καθώς δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις σε νερό, το κόστος παραγωγής της είναι μικρό και οι γεωκλιματολογικές συνθήκες στη χώρα μας ευνοούν την ανάπτυξή της.

Να τη δοκιμάσω;
Αν καταναλώνετε μεγάλες ποσότητες ζάχαρης, τότε η στέβια αποτελεί μια καλή εναλλακτική λύση, εφόσον κάνετε μετρημένη κατανάλωσή της κι όχι κατάχρηση. Επειδή όμως το μεγαλύτερο μέρος της προσλαμβανόμενης ζάχαρης προέρχεται από τις «κρυφές πηγές» της, κυρίως τα βιομηχανοποιημένα και επεξεργασμένα τρόφιμα, δεν δικαιολογείται κανενός είδους εφησυχασμός, είναι δηλαδή αναγκαίο να συνεχίσετε να είστε προσεκτικοί στις διατροφικές επιλογές σας. Το ίδιο ισχύει κι όταν αγοράζετε τυποποιημένα προϊόντα που περιέχουν ως γλυκαντική ύλη τη στέβια, π.χ. επιδόρπια, μαρμελάδες, γκοφρέτες: πρέπει να μελετάτε προσεκτικά την ετικέτα και να βεβαιώνεστε ότι όντως έχουν λιγότερες θερμίδες συγκριτικά με το κανονικό προϊόν και ότι δεν περιέχουν επιπλέον λιπαρά ή επιπρόσθετα σάκχαρα.

Τι άλλο πρέπει να προσέχω;
Για χρήση ως γλυκαντική ύλη η στέβια διατίθεται συσκευασμένη σε μορφή σκόνης, σε σταγόνες ή σε δισκία από τα περισσότερα καταστήματα βιολογικών προϊόντων και ορισμένα μεγάλα σούπερ μάρκετ. Ανάλογα με την προέλευση, τη μορφή, την ποιότητα, την καθαρότητα και την τυποποίηση των γλυκαντικών της συστατικών, κάθε εμπορικό προϊόν στέβιας μπορεί να έχει διαφορετικό συνιστώμενο τρόπο κατανάλωσης, διαφορετική συμπεριφορά στις υψηλές θερμοκρασίες και να προσδίδει διαφορετικού βαθμού γλυκύτητα συγκριτικά με τη ζάχαρη. Οπότε λαμβάνετε πάντα υπόψη σας τις οδηγίες του κατασκευαστή.

Πώς θα τη χρησιμοποιήσω;
Μπορείτε να τη χρησιμοποιήσετε ως γλυκαντικό σε καφέ, τσάι, αφεψήματα και οποιοδήποτε άλλο ρόφημα, κρύο ή ζεστό, αλλά και για να αντικαταστήσετε τη ζάχαρη σε συνταγές παρασκευής ηδύποτων (π.χ. λικέρ), γλυκών (π.χ. μαρμελάδων, κέικ), φαγητών ή σαλτσών, συνήθως αφού τη διαλύσετε πρώτα σε λίγο νερό, ώστε να ελέγξετε εκ των προτέρων την έντονη γλυκύτητά της. Μπορείτε, επίσης, να την καλλιεργήσετε σε μικρές γλάστρες και να χρησιμοποιείτε τα φύλλα της φρέσκα ή αποξηραμένα σε σαλάτες ή αλεσμένα σε ροφήματα και γλυκίσματα.

Είναι ασφαλής;
Ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) έχει δώσει στη στέβια το χαρακτηρισμό GRAS («γενικά αναγνωρισμένη ως ασφαλής»), ενώ η EFSA έχει γνωμοδοτήσει δηλώνοντας ότι «δεν είναι καρκινογόνος, δεν είναι τοξική και δεν είναι επικίνδυνη για την ανθρώπινη αναπαραγωγή». Από τη στιγμή, λοιπόν, που είναι εγκεκριμένη από διεθνείς οργανισμούς, δεν υπάρχει κατά τεκμήριο λόγος να αμφισβητούμε την ασφάλειά της.

Ethnos.gr